του Σ.Γ από Αμαλιάδα
Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΙΣΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Η
Οικονομική κρίση έχει εξελιχθεί στο μεγαλύτερο πρόβλημα της εποχής μας. Όταν
ξεκίνησε η Οικονομική κρίση το 2008, ο τότε Πρωθυπουργός της
Ελλάδος Κώστας Καραμανλής είπε ότι η κρίση αφορά την Αμερική και ότι δεν θα την
καταλάβουμε εμείς στην Ελλάδα. Ένα χρόνο αργότερα βρεθήκαμε στο επίκεντρο και ο
Κ. Καραμανλής αφού στην δεύτερη διετή θητεία του 2007-2009 διπλασίασε το
Δημόσιο Χρέος της Χώρας πανικόβλητος εγκατέλειψε την Πρωθυπουργία.
Όταν ξεκίνησε η Κρίση το 2008,
πολλοί Οικονομολόγοι και Πολιτικοί έκαναν σύγκριση με την Κρίση του 1929. Μάλιστα
ακούστηκαν πράγματα που είχαν να ακουστούν από παλιές εποχές: η διαφορά ανάμεσα
στο Χρηματιστικό Κεφάλαιο και το Παραγωγικό Κεφάλαιο και ότι δεν θα έπρεπε η
Κρίση στον χώρο των Τραπεζών να περάσει στον χώρο της πραγματικής Οικονομίας. Όμως
αυτή η σύγκριση σταμάτησε γρήγορα. Στην συνέχεια οι ίδιοι άνθρωποι επαναλαμβάνουν
συνεχώς ότι για να βγούμε από την Κρίση «πρέπει να υπάρξει ανάπτυξη».
Σήμερα, τέσσερα χρόνια μετά, αφού
εφαρμόστηκαν οι γνωστές πολιτικές (Μνημόνια, Μείωση Δημοσίων δαπανών και γενικά
του Δημοσίου Τομέα, απελευθέρωση επαγγελμάτων και ελαστικοποίηση εργασιακών
σχέσεων, μειώσεις μισθών) έχουμε πρωτοφανή ύφεση πάνω από 7%, ανεργία που ξεπερνά
το 20% και επίσημοι έχουν αναφέρει ότι έχουν φύγει από την Ελλάδα για ξένες
Τράπεζες πάνω από 300 δισεκατομμύρια Ευρώ.
Στην
αρχή της Κρίσης επίσης πολλοί θυμήθηκαν την άνοδο στην Εξουσία (την Δεκαετία
του 1930) Εθνικιστικών Κομμάτων ή Καθεστώτων σε πολλές Ευρωπαϊκές Χώρες. Έτσι ο
δημοσιογράφος Γ. Μαύρος στην εφημερίδα «Έθνος» (12-10-2008) έγραψε ότι με την
Οικονομική Κρίση του 1929, στην Ευρώπη η ανάγκη δραστικής κρατικής παρέμβασης
οδήγησε στην ανάδειξη των φασιστικών Καθεστώτων στην Γερμανία, την Ιταλία, την
Ισπανία και την Ελλάδα. Το 1933, όταν η Κρίση άρχισε να βαίνει προς εκτόνωση, ο
Χίτλερ είχε ήδη αναρριχηθεί στην Εξουσία. Αυτή η άποψη όμως δεν είναι απόλυτα σωστή. Και
αυτό διότι τα τότε Εθνικιστικά Καθεστώτα δεν είχαν στο επίκεντρό τους μόνο την
Οικονομία. Επίσης, τότε δεν ξεπεράστηκε το ίδιο σε όλον τον Κόσμο η Κρίση. Ακόμη
κι έτσι όμως, με τον Εθνικοσοσιαλισμό και τα συναφή Καθεστώτα, που συνδέθηκαν
με αυτόν, ξεπεράστηκε η Κρίση στην Δεκαετία του ’30. Το δείχνουν τα στατιστικά:
μείωση της Ανεργίας, Αύξηση του Εθνικού Εισοδήματος και Αύξηση της Παραγωγής. Επίσης
υπήρξαν πολλοί που συνεχίζουν να λένε ότι η σημερινή Πολιτική της Γερμανίας
είναι «ναζιστική», ότι η Μέρκελ είναι «ο νέος Χίτλερ» και δημιουργήθηκε έτσι τεχνητά
μια αντιπαράθεση (το πιθανότερο υποκινούμενη από γνωστά Κέντρα εκτός Ευρώπης από
τα Ελεγχόμενα από αυτούς ΜΜΕ) ανάμεσα στους Λαούς και τις Χώρες της Ελλάδος και
της Γερμανίας.
Φαίνεται
λοιπόν ότι είναι θέμα προτεραιότητας να δούμε τι έγινε την Δεκαετία του 1930, κατ’
αρχάς στην Ελλάδα αλλά και στην Γερμανία και τις άλλες Χώρες και αν οι
Πολιτικές που εφαρμόστηκαν τότε θα μπορούσαν να εφαρμοστούν σήμερα σύμφωνα με
την γνώμη κορυφαίων Οικονομολόγων και γνωστών Πολιτικών. Επίσης να δούμε αν οι
Ιδέες αυτές είναι κάτι νέο ή βασίζονται στην μακραίωνη Ελληνική Παράδοση.
Την καλύτερη ίσως παρουσίαση
σχετικά με την Δεκαετία του 1930 κάνει το βιβλίο του Καθηγητή Κώστα Βεργόπουλου
«Εθνισμός και οικονομική ανάπτυξη - Η Ελλάδα στο Μεσοπόλεμο» (εκδ. Εξάντας,
1978 ). Ο Βεργόπουλος δεν είναι τυχαία περίπτωση. Παρόλο που πολιτικά
πρόσκειται στον ΣΥ.ΡΙΖ.Α., σταθερά για δεκαετίες υπερασπίζεται την αναγκαιότητα
για ένα ισχυρό εθνικό Κράτος, κάτι που έχει χαρακτηρίσει ως Ζήτημα Ζωής και
Θανάτου, και έχει κατηγορήσει την Αριστερά ότι όταν ξέσπασε η Κρίση αυτή (η
Αριστερά) απεφάνθη «έτσι είναι ο καπιταλισμός και δεν διορθώνεται με τίποτα», και
ότι σήμερα το κρατικό φαινόμενο που είχε αυθαίρετα κηρυχθεί «νεκρό » επαναφέρεται,
ενώ η Αριστερά το στιγματίζει ως «κεϋνσιανή ρεφορμιστική ουτοπία», απορρίπτοντας
κάθε διορθωτική δυνατότητα του Καπιταλισμού μέσω του κράτους. Παράλληλα, όπως λέει ο Βεργόπουλος, η
Αριστερά απορρίπτει την προστασία των Πολιτών από το κράτος, που διαβάλλει ως
«εθνικισμό», απορρίπτει όμως και τον προστατευτικό ρόλο της Ευρώπης εν ονόματι
κάποιας «παγκόσμιας κοινωνίας», που αδυνατεί να υπάρξει, έστω και θεωρητικά.
Έτσι μπορούνε να πούμε ότι ο Κ. Βεργόπουλος υπεραμύνθηκε την Ιδέα για έναν
Ελληνικό Σοσιαλισμό με εθνικό χαρακτήρα περισσότερο από κάθε Πανεπιστημιακό Οικονομολόγο,
αν δεν είναι ο μοναδικός.
Η
αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα τη δεκαετία του 30
Μετά την Μικρασιατική
καταστροφή του 1922 η Ελλάς εξακολούθησε να δανείζεται και να δαπανά περί το
ένα τρίτο του Προϋπολογισμού για να εξυπηρετεί το Χρέος. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος
το 1928 επέστρεψε στον Κανόνα του Χρυσού (σε αναλογία 375 δραχμές προς μία Λίρα
Αγγλίας, κοντά στην ισοτιμία Ευρώ-Δραχμής) και στήριξε την αναπτυξιακή του
Πολιτική στους χαμηλούς μισθούς και τον ξένο δανεισμό. Όταν άρχισε η οικονομική
κρίση το 1929, ο Ελ. Βενιζέλος επίσης διαβεβαίωνε ότι η κρίση αφορά μόνο την
Αμερική και όχι την Ελλάδα. Το 1932 η Ελλάς αδυνατούσε να πληρώσει για να
εξυπηρετεί το Χρέος και η Κυβέρνηση Βενιζέλου προχώρησε σε μια σειρά από
κινήσεις και νομοσχέδια που καθόρισαν την βασική φυσιογνωμία της οικονομικής
Πολιτικής του κράτους για ολόκληρη την περίοδο του Μεσοπολέμου. Ο Βενιζέλος
ανέθεσε το Υπουργείο Οικονομικών σε έναν σπουδαίο οικονομολόγο της εποχής, τον
Καθηγητή Κυριάκο Βαρβαρέσο,που με τις ρυθμίσεις που επέβαλε καθορίστηκε ότι:
Α.
Αίρεται η ελεύθερη μετατρεψιμότητα της δραχμής σε χρυσό
Β.
Αίρεται η σταθερή ισοτιμία της δραχμής σε χρυσό και υποτιμάται ώστε τον
Δεκέμβριο του 1932 φτάνει να χάσει περίπου το 60% της ονομαστικής της Αξίας
Γ.
Καταργήθηκε η ελεύθερη αγορά συναλλάγματος
Δ. Από
1ης Μαΐου 1932 αναστέλλεται επ’ αόριστον η πληρωμή των χρεωλυσίων
και των τόκων για όλα τα δάνεια του κράτους και η πληρωμή των τόκων για τα
εξωτερικά δάνεια αναστέλλεται, ενώ για τα εσωτερικά μειώνεται κατά 25%
Ε.
Αναστέλλονται οι πάσης φύσεως οφειλές σε ξένο νόμισμα και μετατρέπονται
υποχρεωτικώς σε οφειλές σε δραχμές
ΣΤ. Οι
δασμοί στα εισαγόμενα προϊόντα ανέβηκαν 70% - 200% πλην των ειδών πρώτης
ανάγκης, ενώ για χώρες που δεν συνδέονταν συμβατικώς με την Ελλάδα οι δασμοί
πολλαπλασιάστηκαν επί 10.
Η
στενότητα του εξωτερικού συναλλάγματος υποχρέωσε την Ελληνική Κυβέρνηση να
καταφύγει σε δύο ακόμη πρωτοφανή στην Ελληνική Ιστορία μέτρα: 1. Εγκαθιδρύεται
το σύστημα των ποσοτικών περιορισμών επί των Εισαγωγών, δηλαδή τα εισακτέα είδη
καθορίστηκαν διοικητικώς εκ των προτέρων κατά συγκεκριμένο προϊόν και κατά
ποσότητα, 2. Εγκαινιάζεται η μέθοδος των διεθνών εμπορικών ανταλλαγών με βάση
τον εμπορικό συμψηφισμό σε είδος (clearing ), δηλαδή χωρίς την παρεμβολή πληρωμής
σε συνάλλαγμα.
Το clearing, η βασική αρχή της νέας
εμπορικής Πολιτικής ήταν ότι οι εισαγωγές έπρεπε, όσο το δυνατόν, να
πληρώνονται με τα εξαγόμενα εθνικά προϊόντα. Η μέθοδος του clearing αποφεύγει σε μεγάλο βαθμό
την παρεμβολή του συναλλάγματος και κάθε Χώρα εξωθείται να μην εισάγει προϊόντα
άλλης παρά μόνον υπό τον όρο ότι και η τελευταία δέχεται να εισάγει σε
αντιστάθμιση προϊόντα ίσης αξίας της πρώτης. Η Ελλάς ήδη στα 1932 είχε
υπογράψει τέτοιες συμφωνίες συμψηφιστικών ανταλλαγών με 10 Χώρες. Τελικά
ελάχιστες Χώρες δεν υπέγραψαν τέτοιες συμφωνίες με την Ελλάδα και αυτές ήσαν η
Αγγλία, οι Η.Π.Α. και η Ολλανδία. Έτσι, ενώ οι ελληνικές βιομηχανικές εξαγωγές
προς της Αγγλία μειώθηκαν κατά 63%, προς την Γερμανία αυξήθηκαν 359% και
περισσότερο από το 45% του Εμπορίου της Ελλάδος γινόταν με την Γερμανία. Η
Γερμανία συμφώνησε αρχικά να πληρώνει σε δραχμές το 30% της αξίας των
εισαγόμενων ελληνικών προϊόντων. Η συμφωνία είχε την έννοια ότι η Γερμανία για
να διαθέτει δραχμές όφειλε, πουλώντας γερμανικά είδη στην Ελλάδα, να δέχεται,
μέχρις ενός ορίου να πληρωθεί σε δραχμές.
Όπως
παρατηρεί ο Βεργόπουλος, το σύνολο αυτών των μέτρων δημιούργησαν μια
εντυπωσιακή προστατευτική πανοπλία της Ελληνικής Οικονομίας μπροστά στην
αναπτυσσόμενη διεθνή κρίση και ειδικότερα απέναντι στον ανταγωνισμό των ξένων
προϊόντων στα πλαίσια της Ελληνικής Αγοράς και, κατάληξε, να εγκαθιδρύσει το
φοβερότερο και πλέον επεξεργασμένο σύστημα για την προστασία της εγχώριας
παραγωγής.
Την Πολιτική αυτή συνέχισαν
οι Κυβερνήσεις των επόμενων Πρωθυπουργών, ο Παναγής Τσαλδάρης και ιδιαίτερα ο Ιωάννης Μεταξάς
(παρ’ όλους τους αρχικούς ενδοιασμούς τους γιατί αυτοί προέρχονταν από τον χώρο
της φιλελεύθερης Δεξιάς και όχι από τον Σοσιαλιστικό χώρο). Έτσι ο καθηγητής
Ξενοφών Ζολώτας το 1936 τόνιζε ότι «θα επιτύχωμεν την διττήν – ποσοτικήν και
ποιοτικήν- οικονομικήν πρόοδον, δια της παρεμβάσεως του Κράτους, δια του
παρεμβατισμού… η Ελλάς, ως είδομεν, είναι υποχρεωμένη εκ των υφισταμένων
συνθηκών να ακολουθήσει μίαν εθνιστικήν οικονομικήν πολιτικήν».
Τα
αποτελέσματα αυτής της Πολιτικής ήταν εντυπωσιακά. Η Ελλάς στα τέλη της
δεκαετίας του 1930 είχε την μεγαλύτερη σε ρυθμούς βιομηχανική ανάπτυξη στον
Κόσμο μετά την Ιαπωνία (που ακολουθούσε την ίδια Πολιτική) και την Σοβιετική
Ένωση (κάτι αμφισβητούμενο λόγω σταλινισμού), η Ανεργία στα Αστικά κέντρα επανήλθε
στα επίπεδα πριν την οικονομική κρίση (ενώ το 1932 είχε φτάσει στο 30 %),ενώ-
κάτι πιο εντυπωσιακό – παρ’ όλες τις συνθήκες της απομονώσεως από την διεθνή
αγορά μετά το 1932 – όπως παρατηρούσε ο Ξ. Ζολώτας (1936) τα κεφάλαια από το
Εξωτερικό δεν σταμάτησαν να συρρέουν, έτσι το σύνολο των κεφαλαίων, καταθέσεων
και αποθεματικών των Τραπεζών από 939 εκατ. δραχμές το 1932 αυξήθηκε σε 1233
εκατ. τιμαριθμικές δραχμές το 1936. Και κάτι άλλο, κατά την
περίοδο 1930-1940 ο αριθμός των επιχειρήσεων αυξήθηκε κατά 25% και το εργατικό
βιομηχανικό δυναμικό από 181.000 σε 227.000 εργάτες. Επίσης άμεση συνέπεια των
μέτρων του 1932 ήταν ότι ενώ οι τιμές των εγχωρίων προϊόντων δεν ανέβηκαν παρά
μόνο 13,4%, ενώ τα προϊόντα του Εξωτερικού ακρίβυναν τουλάχιστον 4 φορές
περισσότερο από ό,τι τα εγχώρια προϊόντα. Όπως γράφει ο Γ. Μαλούχος στο βιβλίο
του «Η επιστροφή του Ράιχ» (εκδ. Ελεύθερου Τύπου), με την πτώχευση του 1932 στο
γενικότερο πλαίσιο οι εξελίξεις σε πολύ μεγάλο βαθμό δικαιώνουν τον Ελ.
Βενιζέλο: ήδη από το 1933, η οικονομική δραστηριότητα στην Ελλάδα καταγράφει
αύξηση 6%, η οποία το 1935 εκτινάσσεται στο 13,5% (πάντως το βιβλίο του Γ.
Μαλούχου θα το εντάσσαμε στην κατευθυνόμενη δημοσιογραφία που θεωρεί ότι η
Γερμανία διαχρονικά επεδίωκε την οικονομική Κατοχή της Ελλάδος).
(Κ. Βαρβαρέσος)
Επίσης ο Βαρβαρέσος
διαπραγματευόμενος με τούς ξένους δανειστές κατάφερε να καταλήξει θετικά τον
Σεπτέμβριο του 1932 στην «συμφωνία Βαρβαρέσου» που προέβλεπε την αναστολή
πληρωμής του Χρέους για 5 χρόνια, καταβολή του 30% των τόκων εάν διαπιστωνόταν
από ξένους ειδικούς ότι «άντεχε» η Ελληνική Οικονομία και για τους μη
καταβληθέντες τόκους θα παραδίδονταν στους πιστωτές Ομολογίες νέου δανείου. Μάλιστα
κάποιοι ξένοι πιστωτές, όπως μία βελγική Τράπεζα, προσέφυγαν σε διαιτησία και
στην συνέχεια στο Μόνιμο Δικαστήριο Διεθνούς Δικαίου. Η διαδικασία έληξε το
1939, με το Δικαστήριο να δικαιώνει εμμέσως την Ελλάδα δηλώνοντας αναρμόδιο να
αποφανθεί για την «Δημοσιονομική αδυναμία» που είχε επικαλεστεί η ελληνική
πλευρά, η οποία είχε υποστηρίξει ότι η στάση πληρωμών ήταν αναγκαστική και όχι
δόλια, διότι, αν εξυπηρετούσε στο ακέραιο τους δανειστές, θα διακύβευε τις
βασικές λειτουργίες του Κράτους.
Η
απαλλακτική απόφαση του Δικαστηρίου αποτέλεσε δεδικασμένο για ανάλογες
υποθέσεις Κρατών στο μέλλον, συμπεριλαμβανομένης της Αργεντινής, που
επικαλέστηκαν έκτακτες ανάγκες για να δικαιολογήσουν στάση πληρωμών ή μονομερή
διαγραφή του χρέους. Έτσι, αρθρογράφος έφτασε να αναρωτιέται «Δεν μπορεί μία
δικτατορία του ’30 να ορθώνει επιτυχώς λόγο έναντι των δανειστών και μία
δημοκρατία του 21ου αιώνα να παραδίδει βορά τους πολίτες της σε
αυτούς».
Απόψεις
και προτάσεις του Γάλλου οικονομολόγου Ζακ Σαπί για την έξοδο από την κρίση
Ας έρθομε τώρα στο σήμερα.
Ένας γνωστός οικονομολόγος που πρόβλεψε την σημερινή κρίση ήταν ο Γάλλος
Καθηγητής Ζακ Σαπί (Jacques
Sapir ),
Διευθυντής στην Σχολή Ανωτάτων Σπουδών Κοινωνικών Επιστημών (ΕΗSS) και του Κέντρου Μελετών των τρόπων
εκβιομηχάνισης (CEMI). Ο Jacques Sapir σε συνέντευξή του στον Δ.
Κωνσταντακόπουλο για το περιοδικό «Διπλωματία» τον Οκτώβριο του 2006 με τίτλο
«Στροφή στο εθνικό νόμισμα» έκανε τις εξής προτάσεις απαντώντας σε σχετικές
ερωτήσεις: «Μπορούμε να φανταστούμε μια
αλλαγή του καταστατικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), δίνοντάς της
μία επιδίωξη αύξησης και ανάπτυξης, που είναι πληθωριστική, ειρήσθω εν παρόδω, μπορούμε
να φανταστούμε μια Ευρωζώνη σε ομόκεντρους κύκλους, όπου το Ευρώ θα ήταν για
μερικές Χώρες μοναδικό νόμισμα, ενώ για άλλες θα ήταν κοινό νόμισμα. Ως κοινό
νόμισμα εννοώ ένα μέσο μετατροπής, κάθε Χώρα θα έχει ένα εθνικό νόμισμα, που ορίζεται
μόνο δια μέσου του Ευρώ. » Ερωτηθείς δε, Δηλαδή, δημιουργείτε έναν κανόνα
χρυσού, αυτός που θέλει να τον υιοθετήσει τον υιοθετεί και οι άλλοι γυρνούν στα
εθνικά τους νομίσματα…, απάντησε «Όχι, είναι κάτι διαφορετικό. Θα έχετε μία
κατάσταση όπου ορισμένες Χώρες θα έχουν το εθνικό τους νόμισμα, συνδεδεμένο με
το Ευρώ, δηλαδή όχι μετατρέψιμο απ’ ευθείας σε Δολάρια ή Γεν, αλλά μόνο μέσω
του Ευρώ, απλά η σχέση του εθνικού νομίσματος με το Ευρώ θα είναι αναθεωρήσιμη
κάθε εξάμηνο ή κάθε έτος. Και θα το ρυθμίζουμε εκείνην την στιγμή. Ας
υποθέσουμε πχ πως η Ιταλία βγαίνει από την Ευρωζώνη και πως βρισκόμαστε σε ένα
σύστημα κοινοί νομίσματος. Υπάρχει η ιταλική λιρέτα, έχει μια ισοτιμία με το
ευρώ και είναι άμεσα μετατρέψιμη μόνο σε Ευρώ. Αν ένας Αμερικανός θέλει να
αγοράσει λιρέτες, πρέπει να αγοράσει κατ’ ευθείαν Ευρώ, δεν μπορεί να το κάνει
απ’ ευθείας. Και αντίστροφα, ένας Ιταλός που θέλει να αγοράσει Δολάρια πρέπει
να αγοράσει Ευρώ. Το Ευρώ χρησιμεύει ως πιβό, εξ ορισμού, για όλες τις
μετατροπές. Αυτό είναι ένα σύστημα που προστατεύει και, ταυτόχρονα, η ισοτιμία
μπορεί να αναθεωρηθεί ως συνάρτηση των προβλημάτων της χώρας.»
Τις απόψεις αυτές που από το
2006 είχε διατυπώσει ο Σαπί συμμερίζονται και άλλοι Γάλλοι οικονομολόγοι. Έτσι,
όπως έγραψε η εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος » (9 Νοεμβρίου 2011), η εφημερίδα «Le Monde» έφερνε στο φως μελέτη του Γαλλικού
Συμβουλίου Οικονομικών Αναλύσεων (CAE), το
οποίο αποτελεί ανεξάρτητο συμβουλευτικό όργανο, με αντικείμενο την υποβολή
προτάσεων στον Πρωθυπουργό της Γαλλίας. Η μελέτη προτείνει ένα «σχέδιο Β» για
την αντιμετώπιση της κρίσης στην Ευρωζώνη με τις εξής παραμέτρους:
α. Η
ΕΚΤ (Ευρωπ. Κεντρ. Τράπεζα) θα πρέπει να κόψει μαζικά χρήμα, ώστε να καλύψει
την πληρωμή όλων των ομολόγων των Κρατών-μελών που ωριμάζουν
β. Η
ισοτιμία του Ευρώ θα πέσει μεσοσταθμικά στα 1,15 δολάρια και γ. Το ενιαίο νόμισμα θα διασπαστεί, θα
καθιερωθεί «Ευρώ του Βορρά» (όπου, κατά τους οικονομολόγους, δεν πρέπει επ’
ουδενί να ενταχθεί η Γαλλία ) και «Ευρώ του Νότου» για «εξωτερική χρήση »(κάτι
παρόμοιο με την παλαιότερη Ευρωπαϊκή Νομισματική Μονάδα ECU), ενώ για «εσωτερική χρήση» θα
επανεισαχθούν τα εθνικά νομίσματα των Κρατών-μελών.
Όταν εκδηλώθηκε η οικονομική
κρίση στην Ελλάδα, ο Jacques
Sapir
υπέγραψε (μαζί με άλλες 200 προσωπικότητες) τον Μάρτιο του 2011 για την
Πρωτοβουλία για την Συγκρότηση Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου του Δημοσίου Χρέους
της Ελλάδος που έφεραν ως παράδειγμα ανάλογη Επιτροπή που συνέστησε ο Πρόεδρος
του Εκουαδόρ (Ισημερινού ) κ. Ραφαέλ Κορέα και πέτυχε «κούρεμα του χρέους» κατά
65%. Μετά την Συμφωνία του PSI
(κούρεμα χρέους της Ελλάδος ) ο Sapir
τάχθηκε
κατά λέγοντας ότι αυτή η Συμφωνία θα παρατείνει την αγωνία του Ευρώ, δεδομένου
ότι δεν λύνει κανένα από τα διαρθρωτικά προβλήματα που οδήγησαν στην κρίση του
Χρέους αλλά επιπλέον, υπονομεύει σοβαρά την οικονομική ανεξαρτησία της Ευρώπης και
το μέλλον της σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Οι Κυβερνήσεις μας έχουν θυσιάσει την
ανάπτυξη και την ανεξαρτησία της Ευρώπης στον βωμό του Ευρώ, που καθορίζεται ως
φετίχ. Άλλωστε η μερική μείωση του Χρέους αντιπροσωπεύει μόνο το 27,8% του
συνόλου και για την ανακεφαλαίωση των Τραπεζών θα απαιτηθούν πάνω από 50 δις
Ευρώ.
Σε
συνέντευξή του ο Jacques
Sapir στην
«Ελευθεροτυπία»στις 20 Νοε. 2011 απάντησε «Ειλικρινά δεν βλέπω πιθανό να
παραμείνει η Ελλάδα στην Ευρωζώνη. Είναι αλήθεια ότι η εναλλακτική λύση, ο
συνδυασμός αθέτησης πληρωμών των δημοσίων χρεών και σημαντικής υποτίμησης θα
κοστίσει μεσοπρόθεσμα λιγότερο από ότι μια μακρά περίοδος ύφεσης και δυσπραγίας.
Εάν
η Ελλάδα αποχωρήσει από την Ευρωζώνη, αυτό συνεπάγεται σημαντικά μέτρα, α. Οι Τράπεζες είναι αναπόφευκτο να
κρατικοποιηθούν, β. Θα πρέπει να
εγκατασταθεί σύντομα ένα ισχυρό σύστημα ελέγχου Κεφαλαίων, γ. Οι κανόνες χρηματοδότησης του ελλείμματος του Προϋπολογισμού θα
αλλάξουν, δ. Χρειάζεται συνδυασμένη
πολιτική τιμών και εισοδήματος… Με την σημερινή πολιτική τα επόμενα τρία χρόνια
το ΑΕΠ θα μειωθεί πιθανώς κατά 15% και τα εισοδήματα κατά 20%. Με την αθέτηση
πληρωμών και την υποτίμηση θα υπάρξει ένα άμεσο Σοκ αλλά μετά η ανάπτυξη θα
είναι ραγδαία.»
Εκτός όμως από τα προβλήματα
του Ευρώ ο Jacques
Sapir έχει
παρουσιάσει γενικότερα συγκεκριμένες θέσεις για μια εναλλακτική πολιτική εξόδου
από την κρίση και κυρίως στο άρθρο του «Μύθοι και φόβοι πίσω απ’ τον
προστατευτισμό» τον Μάρτιο του 2009 στην Le Monde Diplomatique (που αναδημοσιεύτηκε
στην«Ελευθεροτυπία»). Γράφει «Αν κάτι βρίσκεται στην καρδιά της κρίσης, δεν
είναι οι τράπεζες, των οποίων οι ατασθαλίες αποτελούν απλώς ένα σύμπτωμα : η πραγματική αιτία είναι η λειτουργία της
ελεύθερης αγοράς, της οποίας οι επιπτώσεις συνδυάστηκαν με εκείνες που
προκάλεσε ο απελευθερωμένος από κάθε έλεγχο χρηματοοικονομικός τομέας. Η άρνηση
του γεγονότος ότι η ελεύθερη αγορά είναι η αιτία των σημερινών προβλημάτων
αποδεικνύει ότι οι οπαδοί της έχουν εγκαταλείψει τον κόσμο της λογικής και
έχουν περάσει στον χώρο της φαντασίας… Ακόμα και ο Αμερικανός νομπελίστας
Πωλ Κρούγκμαν, ο οποίος για μεγάλο διάστημα υποστήριζε ότι «η Παγκοσμιοποίηση
δεν είναι ο υπαίτιος», αναγκάστηκε να αναγνωρίσει ότι ο αποπληθωρισμός των
μισθών που εισάγεται μέσω της ελεύθερης αγοράς έπαιξε σημαντικό ρόλο σε αυτήν
την διαδικασία». Έτσι ο Sapir
προτείνει ότι «μονάχα ο προστατευτισμός μπορεί να σταματήσει τον κύκλο της
φορολογικής και κοινωνικής μειοδοσίας που έχει δρομολογηθεί σήμερα στις Χώρες
της Ευρώπης… Ο προστατευτισμός δεν αποτελεί πανάκεια – εξ άλλου στην Οικονομία
δεν μπορεί να υπάρξει πανάκεια – αλλά μια αναγκαία προϋπόθεση. Οι στόχοι του
πρέπει να προσδιοριστούν με μεγάλη σαφήνεια… Ό,τι και να λένε οι Κυβερνήσεις, η
επιστροφή στον προστατευτισμό καθίσταται αναπόφευκτη».
(Μαρίν
Λεπέν και Ζακ Σαπί)
Εξειδικεύοντας
ο Sapir
προτείνει, Εννέα και μία ευκαιρίες για εφαρμογές ντάμπινγκ, εξηγώντας ότι ο
προστατευτισμός δεν περιορίζεται αποκλειστικά στους τελωνειακούς δασμούς, μπορεί
να λάβει και άλλες μορφές :
α.
Ποσοστώσεις: οι εισαγωγές επιτρέπονται υπό όρους
β.
Νόμοι που περιορίζουν τις επενδύσεις των ξένων επιχειρήσεων
γ.
Υγειονομικές ή τεχνικές προδιαγραφές (πχ απαγόρευση εισαγωγής στην Ευρώπη
βοδινού κρέατος με ορμόνες )
δ.
Ρήτρες διασφάλισης σε περιπτώσεις εκτάκτου ανάγκης
ε.
Εκτελωνισμός:
υποχρέωση προσκόμισης πολύπλοκων εγγράφων
στ.
Επιδοτήσεις
στους Παραγωγούς
ζ.
Επιδοτήσεις
στους αγοραστές (πχ στις αρχές του 2009 η Γαλλία προέβλεψε κονδύλι 5 δις Ευρώ
για τους αγοραστές αεροσκαφών Αιρ-μπας )
η.
Υποτίμηση
του νομίσματος
θ.
Φορολογικό ντάμπινγκ : οι Κυβερνήσεις μειώνουν την φορολογία των επιχειρήσεων
ι.
Κοινωνικό
ντάμπινγκ : Οι Κυβερνήσεις των πλουσίων Χωρών περιορίζουν ή καταργούν τις
εργοδοτικές εισφορές των επιχειρήσεων.
Επίσης επισημαίνει ότι στην σημερινή κατάσταση ο συνδυασμός της ελεύθερης
αγοράς και της νομισματικής ακαμψίας του Ευρώ καθιστά αναγκαία την παράνομη
μετανάστευση. Οι μετανάστες χωρίς χαρτιά δεν καλύπτονται από το υπάρχον
κοινωνικό Δίκαιο. Έτσι, απέναντι στις πιέσεις που ασκεί ο εισαγόμενος
ανταγωνισμός, η μετανάστευση μετατρέπεται σε μία ντε φάκτο υποτίμηση και
κατάργηση των κοινωνικών κεκτημένων. Τέλος, ο Jacques Sapir θυμίζει ότι «Οι οπαδοί της ελεύθερης
αγοράς ξεχνούν συνεχώς την μεταστροφή του Τζ. Μ. Κέυνς, ο οποίος μέχρι τις
αρχές της δεκαετίας του 1920 ήταν ένθερμος οπαδός της ελεύθερης αγοράς, ενώ,
μετά το 1933, στράφηκε στον προστατευτισμό. Μέχρι τον θάνατό του, το 1946, δεν
εγκατέλειψε τις απόψεις του και στα σχέδιά του για την αναδιοργάνωση του
διεθνούς εμπορικού και νομισματικού συστήματος, ο προστατευτισμός κατείχε
σημαντική θέση, παρ’ όλο που καταδίκαζε την επιδίωξη της αυτάρκειας.»
Ο
καθηγητής Μιχάλης Ψαλιδόπουλος θεωρώντας ότι γίνεται «κακή» χρήση του
κεϋνσιανισμού , γράφει σε βιβλίο του για τον Κέυνς, «ώστε να είναι σε τελική
ανάλυση κάθε μέτρο οικονομικής πολιτικής που συνεπάγεται κρατικό παρεμβατισμό
«κεϋνσιανό». Ο κεϋνσιανισμός ταυτίζεται με ελλειμματικά
χρηματοδοτούμενες δημόσιες δαπάνες, συνεχή επέκταση του ρόλου του δημοσίου στην
οικονομία, μια εθνικιστική θεώρηση των δρώμενων στην παγκόσμια οικονομία σε
αντιδιαστολή με διεθνιστικές προσεγγίσεις με μέτρα που γενικότερα περιορίζουν
την οικονομική ελευθερία των ατόμων υποτάσσοντάς τα σε ένα απρόσωπο κράτος». Επίσης
ο Ψαλιδόπουλος αναφέρει ότι ο Βαρβαρέσος είχε υποστηρίξει τις απόψεις του Κέυνς
(που ήταν από τους εισηγητές και ο θεωρητικός του clearing) και τον είχε απασχολήσει η
προβληματική των Συμβάσεων Ανταλλαγής Εμπορευμάτων, ως εναλλακτική της
ελευθερίας του εμπορίου, στην εισιτήρια ομιλία του 1920 κατά την ανάληψη καθηγητικών
καθηκόντων στο Πανεπιστήμιο Αθηνών «Η σημασία των οικονομικών όρων της Συνθήκης
της Ειρήνης», και στην επί υφηγεσία Διατριβή του το 1923, «Αι συμβάσεις
ανταλλαγής εμπορευμάτων και η ρήτρα του μάλλον ευνοούμενου κράτους».
Η
Μαρίν Λεπέν και το οικονομικό πρόγραμμα του Γαλλικού Εθνικού Μετώπου
Παλαιότερα ο Jacques Sapir και άλλοι Γάλλοι οικονομολόγοι με
ανάλογες απόψεις, τοποθετούνταν στην Αριστερά, και ο ίδιος ο Sapir είχε υποστηρίξει στις προηγούμενες
Εκλογές στην Γαλλία μια συνιστώσα της Αριστεράς, αλλά τα πράγματα έχουν πλέον
αλλάξει. Έτσι η ηγέτις του Εθνικού Μετώπου στην Γαλλία και υποψήφια του
Κόμματος στις Προεδρικές Εκλογές του 2012 Marine Le Pen έχει
ενσωματώσει τις απόψεις του Jacques
Sapir στο
πρόγραμμα της και αναφέρεται σε αυτές, στις δημόσιες τοποθετήσεις της. Μία
περιγραφή δίνει ο δημοσιογράφος Geert
De Clercq, σε ειδική έκθεση για το Πρακτορείο Reuters στις 7 Οκτωβρίου 2011, με
τίτλο «Στη Γαλλία η Άκρα Δεξιά εκμεταλλεύεται την κρίση του Ευρώ». Όπως γράφει
ο Geert De Clercq, η προθυμία της Le Pen να υπερβαίνει τον παραδοσιακό διαχωρισμό
Αριστερά-Δεξιά μετατόπισε με τον πιο δραματικό τρόπο την οικονομική σκέψη του
(Εθνικού) Μετώπου. Στις ημέρες του Jean
-
Marie Le Pen, η πλατφόρμα ήταν «λιγότερη Κυβέρνηση», σύμφωνα
με τα Reaganomics του
Προέδρου Ρόναλντ Ρήγκαν. Τώρα, το Κόμμα επιθυμεί ένα ισχυρό κράτος, μια
ρυθμιζόμενη οικονομία.
Υπεύθυνος για αυτήν την στροφή
είναι ο Jean-Richard Sulzer, ο υπεύθυνος του οικονομικού
προγράμματος του Κόμματος, ο οποίος είναι καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο
Paris-Dauphine, μια από τις κορυφαίες
σχολές διοίκησης Επιχειρήσεων στην Γαλλία (κατά τον De Clercq), που δηλώνει ότι θέλει ένα κράτος που
προστατεύει τις εσωτερικές αγορές της Γαλλίας από τον ξένο ανταγωνισμό. «Δεν μπορεί
να ανταγωνιστεί (η Γαλλία) τις Χώρες εξαγωγής που δεν σέβονται τις ενδεχόμενες
(ευρωπαϊκές) κοινωνικές και περιβαλλοντικές προδιαγραφές», λέει ο Sulzer. Όπως γράφει ο De Clercq, η νοσταλγία και η ταυτότητα είναι ακόμη
ο πυρήνας στις ανησυχίες του Εθνικού Μετώπου, αλλά η Le Pen έχει
προχωρήσει πέραν της μετανάστευσης. Το νέο Μέτωπο απορρίπτει όλες τις ιδέες που
έχουν οδηγήσει την ευρωπαϊκή οικονομική ανάπτυξη τις τελευταίες δύο δεκαετίες:
την Παγκοσμιοποίηση, το Ελεύθερο εμπόριο, την κυριαρχία των υπηρεσιών και του
χρηματοπιστωτικού κλάδου. Το Κόμμα προσφέρει μία ριζοσπαστική εναλλακτική λύση.
Για να αποκατασταθεί η γαλλική ανταγωνιστικότητα θα εγκαταλείψει το Ευρώ. Για
την τόνωση της απασχόλησης θα κλείσει τα γαλλικά σύνορα για τις φτηνές
κινεζικές εισαγωγές, θα προωθήσει την επαναβιομηχανοποίηση και θα ενδυναμώσει
τον ρυθμιστικό ρόλο του Κράτους. Και έτσι θα οδηγήσει όλες τις Τράπεζες στον
δημόσιο έλεγχο. Στις Εκλογές του 2007 ο Σαρκοζί (συνεχίζει ο De Clercq)κέρδισε εν μέρει με την υιοθέτηση της
αντιμεταναστευτικής ατζέντας του Μετώπου και η πενταετής θητεία του χαρακτηρίστηκε
από τέτοια εθνικού ενδιαφέροντος θέματα, όπως η απαγόρευση της μουσουλμανικής
μπούρκας και η απέλαση μεταναστών Ρομά. Οι Οικονομικές πολιτικές του Μετώπου
είναι πιο δύσκολο να υιοθετηθούν. Τα περισσότερα από αυτά που προτείνει η Le Pen είναι
ανάθεμα για τα κόμματα του κατεστημένου. Ο Σαρκοζί και οι Υπουργοί του
επαναλαμβάνουν κάθε δεύτερη ημέρα ότι χωρίς το Ευρώ δεν υπάρχει Ευρώπη.
Από
την πλευρά του, ο Jacques
Sapir όχι
μόνο (όταν ερωτήθηκε σχετικώς) απάντησε ότι ορθώς τον αναφέρει η Marine Le Pen, αλλά επίσης κάθισε δίπλα της, σε
τηλεοπτική συνέντευξη της Le
Pen
(στις 20 Σεπτ. 2011) και από κοινού απάντησαν σε ερωτήσεις για το οικονομικό
της πρόγραμμα, κάτι που κατέληξε σε συζήτηση για το μέλλον του Ευρώ και την οικονομική
κρίση στην Ελλάδα.
Σχετικά με τις αντιδράσεις
του γαλλικού πολιτικού κατεστημένου, αναφέρεται η εφημερίδα «Έθνος» στις 9 Απρ.
2012. Έτσι γράφει «Νέες «σκληρές» δηλώσεις με στόχο να κερδίσει ψηφοφόρους ο
Σαρκοζί όσο πλησιάζουν οι εκλογές: πιέσεις στην Ευρώπη για ενίσχυση του
εμπορικού προστατευτισμού όταν δεν υπάρχει αμοιβαιότητα» και εξηγεί ότι σε
συνέντευξη στο «Journal
du Dimanche» o Νικολά Σαρκοζί επεσήμανε πως το Παρίσι
είναι έτοιμο να λάβει μονομερή μέτρα έναντι των Χωρών που δεν εφαρμόζουν
αμοιβαιότητα στο άνοιγμα των αγορών (δηλαδή ο Σαρκοζί υποστηρίζει το αντίθετο
από την Le
Pen και τον Sapir, που θεωρούν τον προστατευτισμό
αναγκαιότητα, ενώ ο Σαρκοζί θέλει η Γαλλία να «τιμωρήσει» τις Χώρες που τυχόν
εφαρμόζουν προστατευτισμό). Για την Marine
Le Pen, το ίδιο δημοσίευμα γράφει ότι σε ομιλία
της υποστήριζε πως η Αμερικανική επενδυτική Τράπεζα Goldman Sachs «ανατρέπει Κυβερνήσεις παντού» και έχει
καταφέρει να τοποθετεί τους ανθρώπους της στο τιμόνι ολόκληρων Εθνών αλλά και
της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και (συνεχίζει το δημοσίευμα ), η Marine Le Pen, όπως επισημαίνουν τα ΜΜΕ, δεν έχει
καταφέρει να πείσει την Κοινή Γνώμη για το οικονομικό της πρόγραμμα. Μάλιστα, δεν
είναι λίγες οι φορές που τα επιχειρήματά της έχουν γελοιοποιηθεί εξ αιτίας της
κατάφορης παραποίησης στοιχείων στα οποία προσφεύγει (θα σχολιάζαμε ότι αν δεν
γνωρίζει αρκετά οικονομικά η νομικός Marine
Le Pen, δεν ξέρουν οι καθηγητές Sulzer και Sapir; Πάντως,
ο γαλλικός Λαός ψήφισε την Marine
Le
Pen σε
ποσοστό 20%, και μάλιστα, όπως γράφτηκε, βγήκε πρώτη στην ψήφο των εργατών
(ποσοστό 29%) και των αγροτών (σύμφωνα με την εταιρεία Ipsos), ενώ ο αριστερός Μελανσόν τελευταίος – με
ποσοστό μόλις 12% ).
Η Marine
Le Pen, πριν τις γαλλικές προεδρικές Εκλογές, έδωσε
συνέντευξη στην Ήρα Φελουκατζή, για το περιοδικό «Επίκαιρα» (12 Απρ. 2012) και
απάντησε στην ερώτηση «Ορισμένοι φοβούνται ότι σύντομα η ελληνική κρίση θα
μεταφερθεί και στην Γαλλία. Ποια είναι η δική σας άποψη ;» με τα εξής : «…Προσωπικά αντιπαραθέτω στο πρόγραμμα
λιτότητας το πρόγραμμα του «σφρίγους». Ένα πρόγραμμα ευρωστίας περνά από
μία πολιτική ακριβώς αντίθετη από αυτή που αποφασίστηκε από την Τρόικα. Περνά
από μία πολιτική εκλογικευμένου προστατευτισμού, από την επιστροφή στα εθνικά
νομίσματα, από την διατήρηση του Ευρώ μόνο ως κοινού και όχι ως ενιαίου
νομίσματος (για τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ Χωρών και μεγάλων
επιχειρήσεων). Περνά από μέτρα χρηματοδότησης μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Θεωρεί
απαραίτητη την ρύθμιση του τραπεζικού συστήματος, το οποίο αναμφισβήτητα σήμερα
δεν παίζει το παιχνίδι. Αναγκαίο είναι επίσης να ανακτήσουμε την νομισματική
και οικονομική μας Ανεξαρτησία, την προσαρμογή των νομισμάτων μας στις
οικονομίες μας». Και, απαντώντας στην ερώτηση «Στην Ελλάδα σύντομα θα γίνουν
Εκλογές. Πώς βλέπετε την Κυβέρνηση ενότητας που χειρίστηκε την κρίση και ποια η
άποψη σας για την συμμετοχή βουλευτών του ΛΑΟΣ;» η κυρία Le Pen απάντησε: «Επικρίνω δριμύτατα τους βουλευτές που παρουσιάστηκαν ως «πατριώτες»,
εξελέγησαν ως «πατριώτες»και ψήφισαν ένα πρόγραμμα που κάνει τον ελληνικό Λαό
να πεθαίνει και του αφαιρεί κάθε εθνική ακεραιότητα. Είναι ένα πρόγραμμα
που βάζει τους Έλληνες υπό τον ζυγό της σκλαβιάς. Βρίσκω αυτήν την συμπεριφορά
ιδιαίτερα απεχθή και προσωπικά δεν συμβαδίζω με τέτοιες θέσεις».
Τέλος
του Α’ Μέρους